Caloboletus calopus

Caloboletus calopus

Caloboletus calopus Καλοβωλίτης ο καλόπους

Το συχνό, μη εδώδιμο λόγω της πολύ πικρής του γεύσης, Caloboletus calopus, καρποφορεί συνήθως σε ομάδες, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο σε δάση κωνοφόρων και πλατύφυλλων.

Συστηματική ταξινόμηση:
Phylum (Συνομοταξία) : Basidiomycota
Class (Ομοταξία) : Agaricomycetes
Order (Τάξη) : Boletales
Family (Οικογένεια): Boletaceae
Genus (Γένος) : Caloboletus
Species (Είδος) : C. calopus

Επιστημονική ονομασία: Caloboletus calopus (Pers.) Vizzini (2014)

Συνώνυμα: Boletus calopus, Boletus subtomentosus subsp. calopus (Pers.) Pers. (1825), Dictyopus calopus (Pers.) Quél. (1888), Tubiporus calopus (Pers.) Maire (1937), Boletus pachypus sensu NCL (2005), Boletus olivaceus Schaeff. (1774), Boletus pachypus var. olivaceus (Schaeff.) Pers. (1825), Boletus lapidum J.F. Gmel. (1792)

Ελληνική ονομασία: Καλοβωλίτης ο καλόπους

Αγγλικές ονομασίες: Bitter beech bolete , Scarlet-stemmed bolete

Κοινές-λαϊκές ονομασίες: Σινάκι ή Σίνιακας

Caloboletus calopus
Καταγραφή-Φωτογραφία: Μπαξεβάνης Νίκος

Περιγραφή:

Το καπέλο του Caloboletus calopus έχει διάμετρο 4-14 εκατοστά, έχει σχήμα αρχικά ημισφαιρικό, κυρτό σχεδόν επίπεδο-κυρτό στην ωριμότητα, επιδερμίδα αρχικά βελούδινη, λεία αργότερα, σε ξηρές συνθήκες ραγαδιάζει έντονα. Έχει χρώμα γκριζωπό, ασημί-γκρι, γκρίζο-μπεζ με λαδί τόνους. Αμετάβλητο σε μώλωπες.

Οι κίτρινοι σωλήνες καταλήγουν σε κίτρινους αρχικά πόρους και στη συνέχεια λαδί, αν πιεσθούν ή μετά από κοπεί μεταχρωματίζονται σε σκούρο γαλάζιο.

Το πόδι του έχει ύψος 3-15 και διάμετρο 1-4,5 εκατοστά, είναι κυλινδρικό συχνά με διογκωμένη βάση στην ωριμότητα, κίτρινο το 1/3 έως 1/2 στη κορυφή, λεμονί-κίτρινο προς κίτρινο προς τα κάτω και κοκκινωπό στη βάση, με λευκό ή κιτρινωπό ή κόκκινο, καλοσχηματισμένο, έντονο δίχτυ.

Η σάρκα του είναι λευκό-κίτρινη, κόκκινο-καφετιά στη βάση του ποδιού, ύστερα από κοπεί γίνεται ελαφρά γαλάζια, με όχι ιδιαίτερη οσμή και με πικρή γεύση.

Το αποτύπωμα των σπόρων έχει χρώμα καφέ-λαδί.

Caloboletus calopus
Καταγραφή-Φωτογραφία: Μπαξεβάνης Νίκος

Ομοιότητες:

Το σπάνιο, τοξικό, Rubroboletus satanas = Boletus satanas εκτός των άλλων έχει κόκκινο πόδι και κόκκινους πόρους.

Το όχι συχνό, τοξικό, Caloboletus radicans = Boletus radicans εκτός των άλλων έχει κίτρινο ριζώδες πόδι.

Το κοινό, μη εδώδιμο, Suillellus luridus = Boletus luridus έχει πιο σκουρόχρωμο καπέλο και πορτοκαλί σάρκα στη βάση του ποδιού και μπλεδίζει αμέσως και έντονα όταν κοπεί.

Τα καρπόσωματα που είναι σε κακή κατάσταση θα μπορούσαν να συγχέονται με το Xerocomellus chrysenteron, αλλά το πόδι αυτού του είδους δεν έχει δίκτυ.

Caloboletus calopus
Καταγραφή-Φωτογραφία: Μπαξεβάνης Νίκος

Σχόλια:

Παρά το γεγονός ότι Caloboletus calopus δεν είναι εδώδιμο λόγω τις πολύ πικρής του γεύσης που δεν εξαφανίζεται με το μαγείρεμα, υπάρχουν αναφορές ότι καταναλώνονται στην Ανατολική Ευρώπη.

Η λευκωπή ή λευκο-κιτρινωπή σάρκα του που μεταχρωματίζεται σε μπλε, η πικρή γεύση του και η ξινή μυρωδιά του είναι χαρακτηρίστηκα του γνωρίσματα.

Ετυμολογία:

Η ονομασία Caloboletus, προέρχεται από το ελληνική λέξη calos που σημαίνει όμορφος, ωραίος, και παραπέμπει στον ελκυστικό κόκκινο χρωματισμό του ποδιού του που είναι χαρακτηριστικές για πολλά είδη του γένους.

 

Caloboletus calopus
Καταγραφή-Φωτογραφία: Μπαξεβάνης Νίκος

Caloboletus Vizzini (2014)

Το Caloboletus Vizzini έχει πρόσφατα ανεγερθεί ως νέο γένος εντός των Boletaceae για να φιλοξενήσει το Boletus calopus Pers. και των άλλων με παρόμοια χαρακτηριστικά. Το γένος ανταποκρίνεται αρκετά καλά στο τμήμα Calopodes Fr. emend. Lannoy & Estadès του γένους Boletus L.” (Vizzini 2014).

Το γένος χαρακτηρίζεται από το καπέλο που είναι συνήθως ωχρό, υπόλευκο έως γκριζωπό, αργιλώδης, συχνά με ωχρές/λαδί αποχρώσεις, σπάνια με κόκκινες αποχρώσεις, βαθμιαία σκουρόχρωμο, δεν γίνεται μπλε σε μώλωπες.

Σωλήνες και πόροι στην αρχή λεμονί-κιτρινωπό έως θείο-κίτρινο (αλλά οι πόροι είναι πορτοκαλί έως κόκκινοι στο Caloboletus firmus), μετά ελαιώδεις, μπλε όταν τραυματίζονται.

Πόδι κεντρικό, ωχροκίτρινο έως κίτρινο, με ή χωρίς κόκκινες αποχρώσεις, συνήθως με δίκτυ, ή ελαφρά δικτυωτός ή και απών.

Η σάρκα υπόλευκη έως απαλά λεμονί-κίτρινη, μερικές φορές με κόκκινες αποχρώσεις στη βάση του ποδιού, αλλάζει σταδιακά σε μπλε όταν κόβεται. Γεύση πικρή (παρουσία κυκλοκαλοπινών), που ελαττώνεται όσο ωριμάζει.

Κλειδί για το είδος στο Caloboletus

Για τη διευκόλυνση της αναγνώρισης του είδους, παρέχεται ένα κλειδί ως εξής:

  • 1. Πόδι με κόκκινωπό δίκτυ, όχι ριζώδες……………………………………………………………..2
  • 1. Πόδι με κιτρινωπό δίκτυ και συχνά ριζώδες………………………………………..C. radicans
  • 2. Καπέλο υπόλευκο ή ωχρό ή ελαφρά γκριζωπό σε νεαρή ηλικία, μερικές φορές με μια ελαφρά ρόδινη απόχρωση, μετά περισσότερο ή λιγότερο μοβ-ρόδινο, μερικές φορές ακόμη και μοβ-κοκκινωπό σε ορισμένα σημεία, αμέσως κοκκινίζει κατά τον χειρισμό, σπόρια (10–) 11,5–14 (–16) × (4,5–) 4,8–6 (–6,5) μm……………………………………………………………………………………………………C. kluzakii
  • 2. Καπέλο γκριζωπό, ασημί-γκρι έως γκριζωπό-ωχρό, επιφάνεια των πόρων κίτρινη έως ωχρό-κιτρινωπή, αμετάβλητο σε μώλωπες, σπόρια 9–19 × 5–6 μm. στην Ευρώπη……………………………………………………………………………………………………..C. calopus

Follow Us

Σου αρέσει αυτή τη δημοσίευση; Μοιράσου το με φίλους!

Facebook
Pinterest
Twitter
Email
Click to rate this post!
[Total: 1 Average: 5]