Morus nigra Μαύρη Μουριά

Morus nigra Μαύρη Μουριά καρπος

Morus nigra Μαύρη Μουριά

Το δέντρο Morus nigra Μαύρη Μουριά κατά πάσα πιθανότητα κατάγεται από την Κ. Ασία, την Περσία, και την Αρμενία, μεταφέρθηκε πριν από πολλούς αιώνες από την Ασία στην νότια Ευρώπη και στη Μεσογειακή περιοχή, καθώς τα φύλλα της μουριάς αποτελούν τροφή για μεταξοσκώληκες. Στην Ελλάδα φυτεύεται σε πάρκα και κήπους καθώς είναι δέντρο ανθεκτικό στη ρύπανση και κατάλληλο για παραθαλάσσιες φυτεύσεις

Η μουριά τιμήθηκε ως δέντρο ιερό από πολλούς αρχαίους πολιτισμούς μεταξύ αυτών την Κίνα αλλά και την Αρχαία Ελλάδα όπου η μουριά είχε αφιερωθεί στην Αθηνά και τον Ερμή.

Επιστημονική ονομασία: Morus nigra L.

Ελληνική ονομασία: Μορέα η μαύρη, Μορέα η μελανή

Κοινές ονομασίες: Βαβατσινιά, Ξινομουριά, Μουριά Μαύρη, Μαύρη σκαμνιά, Μουριές, Μουργιά, Μούργανα, Μορέα, Ντουντιά, Σάμουντου, Σκάμια, Σκαμνιά, Συκάμινο, Συκαμινιά, Black mulberry, Blackberry

Morus nigra Μαύρη Μουριά φυλλο

Περιγραφή

Η Μαύρη μουριά είναι ένα φυλλοβόλο μόνοικο ή δίοικο δέντρο, με γαλακτώδη χυμό, της οικογένειας των Moraceae, με ύψος 5-15 μέτρα, με πυκνή και απλωτή κόμη.

Τα φύλλα φύονται κατ’ εναλλαγή, με μήκος 6-20 εκ., είναι απλά, πλατιά, ωοειδή, με έντονα καρδιοειδή βάση και με οξεία κορυφή, παρυφές οδοντωτές ή με λοβούς, Είναι τριχωτά και στις δύο επιφάνειες, ο μισχός είναι τριχωτός και αυτός, κοντός με μήκος 1,5-2,5 εκ., εκρίνει γαλακτώδη υγρό αν κοπεί.

Τα άνθη μονογενή σε λευκοκίτρινους μασχαλιαίους ίουλους. Οι αρσενικοί ίουλοι έχουν μήκος 2-2,5 εκ. ενώ οι θηλυκοί ίουλοι έχουν μήκος 1-1,5 εκ. Αρσενικά ή θηλυκά άνθη μπορεί να βρίσκονται και πάνω στο ίδιο ή σε διαφορετικό δένδρο. Περίοδος ανθοφορίας από τον Απρίλιος-Μάιο.

Ο εδώδιμος καρπός είναι ωοειδές ή κυλινδρικό συγκάρπιο από δρύπες, με μήκος 2-2,5 εκ. όταν ο καρπός ωριμάσει γίνεται σκούρο-κόκκινωπός ή μωβ. Περίοδος καρποφορίας από τον Ιούλιος-Ιούλιος. Ο καρπός είναι εδώδιμος, είναι ζουμερός και με ευχάριστη γλυκιά γεύση.

Morus nigra Μαύρη Μουριά

Η μουριά είναι ένα καλλωπιστικό και καλλιεργούμενο δέντρο από την Περσία.

Τα φύλλα χρησιμοποιούνται για τη σηροτροφία και τα μούρα ως φρούτα για την παραγωγή ερυθράς ιώδους χρωστικής. Τα φύλλα της μουριάς τα έβραζαν μαζί με φύλλα αμπελιού και συκιάς (προπαντός αυτής που κάνει μαύρα σύκα) για το λούσιμο των μαλλιών που ήθελαν να μαυρίσουν.

Τον φλοιό τον χρησιμοποιούσαν για να δώσουν χρώμα σε ποτά.

Σε ορισμένες περιοχές παράγεται αλκοολούχο ποτό, ενώ παρασκευάζονται γλυκά και μαρμελάδα.

Επίσης, το σκληρό ξύλο εκτιμάται πολύ για εργασίες μαρκετερίνας. Στην Ελλάδα, το δέντρο θεωρείται σύμβολο σοφίας.

Morus nigra Μαύρη Μουριά Illustration

Θεραπευτικές ιδιότητες:

Το φυτό γενικά έχει αντιβακτηριακή και αντιμυκητιακή δράση. Στην Ευρώπη χρησιμοποιούσαν το φλοιό και τα φύλλα της μαύρης μουριάς για θεραπευτικούς σκοπούς από τον 16ο αιώνα. Ως θεραπευτικό βότανο, η βοτανολογία χρησιμοποιεί όλα τα μέρη της μουριάς με τα φύλλα της να πρωταγωνιστούν σήμερα για τις σπάνιες αντιδιαβητικές τους ιδιότητες.

Η παραδοσιακή ιατρική χρησιμοποίησε εντατικότατα τα φύλλα για δαγκώματα ερπετών και ως αντίδοτο στη δηλητηρίαση από ακόνιτο. Τα φύλλα κοπανισμένα σε αλοιφή με ελαιόλαδο ήταν χρήσιμα για πληγές από εγκαύματα. Καθαρίζουν το ήπαρ και τα μάτια, είναι αντιοξειδωτικά, αντιβακτηριδιακά, ιδρωταγωγά, αποχρεμπτικά.

Τα φύλλα μουριάς μπορούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση προβλημάτων βρογχίτιδας.

Τα φύλλα σε έγχυμα 40-80 γραμμάρια ανά λίτρο, είναι καλό αντιπυρετικό, ενώ το ίδιο έγχυμα πιο συμπυκνωμένο με γαργάρες καταπραΰνει τον πονόδοντο.

Στη Δυτική Ευρώπη και τα Βαλκάνια συνηθίζουν το ράντισμα του φαγητού με θρυμματισμένα φύλλα μουριάς για τη μείωση του μεταγευματικού τους σακχάρου.

Το εκχύλισμά των φύλλων βρέθηκε να παρεμποδίζει τη δράση εντερικών ενζύμων που μεταβολίζουν τα σάκχαρα και να συμβάλλει, κατ’ αυτόν τον τρόπο, στη διατήρηση χαμηλών επιπέδων γλυκόζης.

Τα μούρα τα χρησιμοποιούσαν σε φλεγμονές και ως αιμοστατικά. Επίσης τα μούρα τονώνουν την λειτουργεία των νεφρών. Από τους καρπούς παρήγαγαν και σιρόπι θεραπευτικό που το χρησιμοποιούσαν σε στοματίτιδες και φαρυγγίτιδες. Τα άγουρα μούρα τα χρησιμοποιούσαν ως ανθελμινθικά.

Ο φλοιός χρησιμοποιείται για τον πονόδοντο. Τα μικρά κλαδιά τονώνουν το ανοσοποιητικό σύστημα, είναι αντιρρευματικά, αντιυπερτασικά και αναλγητικά. Το έγχυμα των μικρών κλαδιών είναι χρήσιμο σε πόνους στις αρθρώσεις, σε οιδήματα και ρίχνει την πίεση.

Ο φλοιός της ρίζας είναι κατασταλτικός, διουρητικός, αποχρεμπτικός και αντιυπερτασικός. Ο φλοιός της ρίζας είναι διαλυτικός και διουρητικός. Το αφέψημα του φλοιού της ρίζας βοηθά στο άσθμα.

Εδωδιμότητα:

Ο καρπός της μουριάς, το μούρο, είναι εδώδιμος, είναι ζουμερός και με ευχάριστη γλυκιά γεύση.

Οι καρποί περιέχουν πηκτίνη, βιταμίνη C, τανίνη, σάκχαρο, μηλικό οξύ, λευκωματούχες ουσίες, άλατα, κόμεα και ελάχιστο λίπος, περιέχουν ανθοκυανίνες και φλαβονοειδή.

Τα μούρα περιέχουν πολύτιμα ιχνοστοιχεία αλλά έχουν και αντικαρκινική δράση. Επίσης τα μούρα είναι αντιοξειδωτικά, καθαρτικά, τονωτικά και θρεπτικά.

Οι καρποί είναι χρήσιμοι ως θρεπτικός παράγοντας κατά την ανάρρωση από παθήσεις όπως κρυολογήματα, γρίπη, βήχα, άσθμα, ζαλάδες και το βούισμα των αυτιών. Τα μαύρα μούρα τρώγονται για τον διαβήτη.

Πρέπει να αποφεύγουμε την υπερβολική κατανάλωση των μούρων γιατί θα μας προκαλέσουν διάρροια. Αποφεύγουμε τα φύλλα και τον φλοιό αν έχουμε αδύναμους πνεύμονες.

Πηγή: www.proionta-tis-fisis.com, savvastryfonosplants.com, www.ellinikabaharika.gr, illustration

Follow Us

Σου αρέσει αυτή τη δημοσίευση; Μοιράσου το με φίλους!

Facebook
Pinterest
Twitter
Email
Click to rate this post!
[Total: 2 Average: 5]

Απάντηση