Ορολογία φυτων Κ

Κ

Κάλυκας, το μέρος του άνθους που αποτελείται από τα σέπαλα και προστατεύει το άνθος κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης τούς.

Καμπανουλοειδή, στεφάνη σε σχήμα καμπάνας. Χαρακτηριστικά στην οικογένεια Campanulaceae.

Καρδιόσχημα, τα φύλλα στα οποία η βάση του ελάσματος είναι δίλοβη και οι λοβοί αυτοί είναι στρογγυλεμένοι.

Καρπός, (λατ. fructus), θεωρείται το σύνολο των ιστών του θηλυκού και των γύρω από αυτό μερών του άνθους, οι οποίοι συμμετέχουν σε όλες εκείνες τις διεργασίες που συμβαίνουν στις σπερματικές βλάστες, κατά τα διάφορα στάδια αναπτύξεώς τους, μετά τη γονιμοποίηση ή και χωρίς αυτή.

Καρπός σύνθετος, είναι αυτός που προέρχεται όχι από έναν, αλλά από περισσότερους υπέρους τού ίδιου άνθους, όπως είναι λ.χ. το βατόμουρο

Καρπόφυλλο, όργανο των αγγειόσπερμων φυτών, που σχηματίζει κλειστό περίβλημα, μέσα στο οποίο βρίσκονται μία ή περισσότερες σπερματικές βλάστες (σπερμοβλάστες). Αρχικώς, τα καρπόφυλλα είναι φύλλα (μεγασπορόφυλλα) που έχουν εξελιχθεί ώστε να περικλείουν τα ωάρια. Ο όρος ύπερος χρησιμοποιείται μερικές φορές για να αναφέρεται σε ένα μόνο καρπόφυλλο ή σε πολλά καρπόφυλλα συγκολλημένα μαζί.

Κάρυο, ξηρός, αδιάρρηκτος, μονόσπερμος καρπός με δερματώδες ή ξυλώδες περικάρπιο, που προκύπτει από μονόχωρη ωοθήκη, η οποία αρχικά έφερε μερικά καρπόφυλλα με αντίστοιχες σπερμοβλάστες.

Καρύοψη, είναι ο αδιάρρηκτος ξηρός καρπός, συνήθως μικρών διαστάσεων, μονόσπερμου, με πολύ λεπτό περικάρπιο που περιβάλλει το σπέρμα. Αποτελείται από τέσσερα τμήματα: το περικάρπιο, το ενδοσπέρμιο, το έμβρυο και τον ποδίσκο. Το περικάρπιο αποτελείται από κυτταρίνη και ημικυτταρίνες και έχει ρόλο να προστατεύει το σπέρμα από εχθρούς, μολύνσεις και την είσοδο του νερού

Καταβολάδα, τμήμα ορισμένων φυτών που, χωρίς να κοπεί, φυτεύεται στο έδαφος με σκοπό να δημιουργηθεί νέο φυτό, με νέο ρίζωμα.

Κατακείμενος ή Έρπον, είναι ο βλαστός ο οποίος αναπτύσσεται έρποντας πάνω στο έδαφος.

Κατ’εναλλαγή ή Εναλλασσόμενα, είναι η εναλλάξ διάταξη των φύλλων ή και των ανθέων, στην οποία από κάθε γόνατο φύεται ένα μόνο φύλλο.

Καυλός, το μέρος του φυτού που προεξέχει από το έδαφος.

Κάψα, είναι ο ξηρός, διαρρηκτός καρπός που σχηματίζεται από 2 ή περισσότερα, πολύσπερμα συμφυή καρπόφυλλα και που ανοίγει στην ωρίμανση (Salix sp.).

Κέρας και κεράτιο, πολύσπερμος καρπός που προέρχεται από επιφυή ωοθήκη με δύο καρπόφυλλα. Ανοίγει από τη γαστρική και τη γαστρική ραφή από κάτω προς τα πάνω με τη βοήθεια βαλβίδων. Τα σπέρματα τοποθετούνται επάνω σε ψευδές μεμβρανώδες διάφραγμα. Όταν το μήκος του καρπού είναι πολλαπλάσιο του πλάτους του τότε ο καρπός ονομάζεται κέρας ενώ όταν είναι ίσος ή μικρότερος ονομάζεται κεράτιο.

Κεφάλιο, είναι η ταξιανθία η οποία μοιάζει με ένα μόνο άνθος, που τα άνθη της φύονται πάνω σε ένα διογκωμένο άξονα και φέρουν ή όχι ποδίσκο. Είναι το κύριο χαρακτηριστικό της οικογένειας των Σύνθετων.

Κλαδί ή κλάδος ή κλώνος ή κλωνάρι, είναι ο δευτερεύων βλαστός που αναπτύσσεται κατά την επιμήκυνση του κύριου άξονα (βλαστού) των φυτών.

Κλαδώδια ή φυλλοκλάδια, είναι επίπεδοι βλαστοί που μοιάζουν στο σχήμα με φύλλα. Είναι πολύ κοινή στα κακτώδη φυτά. Το κλαδώδιο, είναι ένα πεπλατυσμένο όργανο που προέρχεται από το στέλεχος ενός φυτού. Αυτά τα όργανα συχνά αντικαθιστούν τα φύλλα σε φωτοσυνθετική λειτουργία, καθώς τα φύλλα σε τέτοια φυτά (για παράδειγμα τα σπαράγγια) συνήθως περιορίζονται σε φολίδες.
Η διαφορά ανάμεσα στο κλαδώδιο και στο φυλλοκλάδιο είναι ότι το δεύτερο είναι βλαστός, κλαδί και όχι το στέλεχος του φυτού. Και έχει τροποποιηθεί ως φύλλο για να επιτελεί φωτοσύνθεση.

Κλώνος, πληθυσμός γενετικά ομοιογενών ατόμων (αποτέλεσμα αγενούς αναπαραγωγής), κοινοκάρπιο (καρπός σύνθετος)

Κολεός, βάση ενός φύλλου, συνήθως στα μονοκοτυλήδονα, που συνήθως περιβάλλει το βλαστό, συνήθως μεμβρανώδης, στην βάση του φύλλου.

Κολπωτό ή Έλλοβο, είναι το φύλλο το οποίο φέρει στην περιφέρειά του εγκολπώσεις, οι οποίες δεν φθάνουν μέχρι το κεντρικό νεύρο.

Κομπόστ, είναι οργανική ύλη που έχει αποσυντεθεί σε μια διαδικασία που ονομάζεται κομποστοποίηση.

Κόνδυλοι, είναι η σαρκώδης διόγκωση μιας ρίζας ή ενός βλαστού (υπόγειου, αλλά καμιά φορά και υπέργειου), όπου το φυτό αποθησαυρίζει διάφορες ουσίες.

Κόρυμβος, απλή βοτρυόμορφη ταξιανθία στην οποία τα άνθη φέρονται σε πλευρικούς, διαφορετικού μήκους ποδίσκους (οι μεγαλύτεροι στη δάση). Το αποτέλεσμα αυτής της διάταξης είναι τα άνθη να βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο.

Κοτυληδόνες ή κοτυληδώνας (ο), εκ του αρχαίου κοτυληδών (ο) (με τη σειρά του από το αρχ. κοτύλη = κύπελο, κοίλο) αποτελεί σημαντικό μέρος του εμβρύου, το οποίο περιλαμβάνεται στον σπόρο των φυτών. Κατά τη βλάστηση του φυτού η κοτυληδόνα εξελίσεται στα πρώτα (εμβρυακά) φύλλα από το μετέπειτα βλαστάρι. Ο αριθμός των κοτυληδώνων καθορίζει μεταξύ άλλων την ταξινόμηση του κάθε αγγειόσπερμου φυτού, με κύριες τάξεις αυτές των μονοκοτυλήδονων (ή μονοκότυλα) και δικοτυλήδονων (ή δικότυλα). Οι κοτυληδόνες λειτουργούν άλλοτε φωτοσυνθετικά και άλλοτε αποταμιευτικά.

Κουκουρμπιτακίνη, ένα τριτερπένιο το οποίο ανήκει στις κουρκουρμπιρακίνες, οι οποίες έχουν αναγνωριστεί ως οι τοξικές ουσίες της οικογένειας των κολοκυνθοειδών (Cucurbitaceae).

Κυάθιο, από την αρχαία ελληνική λέξη για το κύπελλο, είναι ένα στεφανοειδές κατασκεύασμα που αποτελείται από 5 συμφυή φύλλα, που έχει σχήμα κυπέλλου και συναντάται στην οικογένεια Euphorbiaceae. Για μεγάλο διάστημα θεωρούσαν το κυάθιο ερμαφρόδιτο άνθος, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για άθροισμα λουλουδιών. Το κεντρικό θηλυκό άνθος βρίσκεται πάνω σε ευλύγιστο ποδίσκο και αποτελείται από έναν ύπερο χωρίς περιάνθιο, ενώ τα αρσενικά άνθη αποτελούνται από έναν μόνο αρθρωτό στήμονα, που συνοδεύεται από μικρό περιάνθιο. Ένα περίβλημα, αποτελούμενο από τέσσερα φυλλάρια σε σχήμα μισοφέγγαρου, περισφίγγει το σημείο απ’ όπου βγαίνουν τα άνθη

Κυματοειδής κόρυμβος, είναι η κυματοειδής ταξιανθία με επίπεδη κορυφή που μοιάζει με κόρυμβο, π.χ. Crassula cooperi.

Κυματοειδής ταξιανθία, στην οποία οι πλευρικοί άξονες αναπτύσσονται ισχυρότερα από τον κύριο άξονα. Εδώ το γηραιότερο άνθος βρίσκεται στην κορυφή του κεντρικού ανθοφόρου στελέχους.

Κύπελλο, κυπελλοειδής κατασκευή που μερικώς ή ολικώς περιβάλλει ιούς καρπούς ορισμένων ειδών (π.χ. της οικογένειας Fagaceae ).

Κύτταρα συνοδά, λεπτά, επιμήκη κύτταρα που βρίσκονται σε στενή πλευρική επαφή με τα ηθμοστοιχεία των αγγειοσπέρμων.

Κωδία, είναι ένα είδος κάψας που συναντάται στην οικ. Papaveraceae

Follow Us

Σου αρέσει αυτή τη δημοσίευση; Μοιράσου το με φίλους!

Facebook
Pinterest
Twitter
Email
Click to rate this post!
[Total: 0 Average: 0]

Απάντηση