Armillaria gallica Αρμιλλάρια η γαλλική

honey mushroom Armillaria gallica μανιταρι

Armillaria gallica Αρμιλλάρια η γαλλική

Το συχνό Armillaria gallica Αρμιλλάρια η γαλλική αναπτύσσεται παρασιτικά ή σαπροφυτικά το καλοκαίρι και το φθινόπωρο μετά από βροχές κυρίως σε πλατύφυλλα είδη και πιο σπάνια σε κωνοφόρα, συχνά σε πυκνές συστάδες σπανίως μεμονωμένα, στο έδαφος πάντα σε επαφή με παραχωμένο ξύλο ή ρίζες, μπορεί να καρποφορήσει κάποια μέτρα μακριά από το κορμό αλλά θα είναι σε επαφή με την ρίζα του. Αν και δεν συνιστάται είναι βρώσιμο όταν μαγειρευτεί και αλλαχτεί το νερό, θα πρέπει να καταναλώνονται μόνο σε μικρές ποσότητες, γιατί προκαλεί στομαχικές διαταραχές σε ορισμένα άτομα.

Συστηματική ταξινόμηση:
Phylum (Συνομοταξία) : Basidiomycota
Class (Ομοταξία) : Agaricomycetes
Order (Τάξη) : Agaricales
Family (Οικογένεια): Physalacriaceae
Genus (Γένος) : Armillaria
Species (Είδος) : A. gallica

Επιστημονική ονομασία: Armillaria gallica Marxm. & Romagn.

Συνώνυμα: Armillaria bulbosa (Barla) Kile & Watling, Armillaria inflata Velen., Armillaria lutea Gillet, Armillaria mellea var. bulbosa Barla, Armillariella bulbosa (Barla) Romagn.

Ελληνική ονομασία: Αρμιλλάρια η γαλλική

Περιγραφή:

Ο πίλος (καπέλο) του Armillaria gallica έχει διάμετρο 4-10 εκατοστά, αρχικά κυρτό, σχεδόν επίπεδο αργότερα, το χρώμα του από ωχρό-καστανό έως κόκκινο-καφετί, με μικρά καφέ-κιτρινωπά ινίδια πιο σκουρόχρωμα στο κέντρο του και κάπως ακτινωτά.

Τα ελάσματα είναι αρχικά λευκά, ροδό-καφετιά στην ωριμότητα με καφετί κηλίδες, πλατιά, ολοστυπικά ή ελαφρώς κατερχόμενα.

Ο στύπος (πόδι) έχει ύψος 5-12 και διάμετρο 0,5-1 εκατοστά, κυλινδρικό, με βολβωειδή βάση υπόλευκο στο πάνω μέρος, ανοικτό-καφέ-κιτρινωπό το υπόλοιπο συχνά με πιο σκουρόχρωμη βάση, αρχικά με βαμβακένιο-αραχνώδες (που θυμίζει το χαρακτηριστικό του γένους Cortinarius) πρόσκαιρο δακτυλίδι που όσο μεγαλώνει πέφτει και αφήνει μια κιτρινωπή ζώνη.

Η σάρκα είναι υπόλευκη, ρόδινη στη βάση του, με γλυκιά αρχικά και μετά πικρή γεύση, με οσμή μανιταριού.

Το αποτύπωμα των σπορίων είναι λευκό.

Ομοιότητες:

Το μη εδώδιμο Armillaria mellea σχηματίζει πυκνές συστάδες στη βάση των κορμών, των πρέμνων, σε νεκρές ρίζες και περιστασιακά σε πεσμένα κλαδιά, έχει επίμονο βαμβακένιο λευκωπό δακτυλίδι με κιτρινωπό χνούδι στη περίμετρο της κάτω πλευρά του.

Πηγή: www.first-nature.com/fungi/armillaria-gallica, Photography Wikimedia Commons, Author Jerzy Opioła Date 15 September 2016, 01:38:28 & Photography Wikimedia Commons, Author Amanita77 Date 29 November 2009, & Photography Wikimedia Commons , Author Paul Derbyshire Date 17 Φεβρουαρίου 2010 (3) 09:05

Οδηγός Ταυτοποίησης

Ο πίλος (καπέλο) του Armillaria gallica έχει διάμετρο 4-10 εκατοστά, αρχικά κυρτό, σχεδόν επίπεδο αργότερα, το χρώμα του από ωχρό-καστανό έως κόκκινο-καφετί, με μικρά καφέ-κιτρινωπά ινίδια πιο σκουρόχρωμα στο κέντρο του και κάπως ακτινωτά.

Τα ελάσματα είναι αρχικά λευκά, ροδό-καφετιά στην ωριμότητα με καφετί κηλίδες, πλατιά, ολοστυπικά ή ελαφρώς κατερχόμενα.

Ο στύπος (πόδι) έχει ύψος 5-12 και διάμετρο 0,5-1 εκατοστά, κυλινδρικό, με βολβωειδή βάση υπόλευκο στο πάνω μέρος, ανοικτό-καφέ-κιτρινωπό το υπόλοιπο συχνά με πιο σκουρόχρωμη βάση, με βαμβακένιο-αραχνώδες (που θυμίζει το χαρακτηριστικό του γένους Cortinarius)πρόσκαιρο δακτυλίδι που όσο μεγαλώνει πέφτει και αφήνει μια κιτρινωπή ζώνη .

Η σάρκα είναι υπόλευκη, ρόδινη στη βάση του, με γλυκιά αρχικά και μετά πικρή γεύση, με οσμή μανιταριού.

Έχει χρώμα λευκό.

Το συχνό Armillaria gallica αναπτύσσεται παρασιτικά ή σαπροφυτικά το καλοκαίρι και το φθινόπωρο μετά από βροχές κυρίως σε πλατύφυλλα είδη και πιο σπάνια σε κωνοφόρα, συχνά σε πυκνές συστάδες σπανίως μεμονωμένα, στο έδαφος πάντα σε επαφή με παραχωμένο ξύλο ή ρίζες, μπορεί να καρποφορήσει κάποια μέτρα μακριά από το κορμό αλλά θα είναι σε επαφή με την ρίζα του.

Αν και δεν συνιστάται είναι βρώσιμο όταν μαγειρευτεί και αλλαχτεί το νερό, θα πρέπει να καταναλώνονται μόνο σε μικρές ποσότητες, γιατί προκαλεί στομαχικές διαταραχές σε ορισμένα άτομα

Το μη εδώδιμο Armillaria mellea σχηματίζει πυκνές συστάδες στη βάση των κορμών, των πρέμνων, σε νεκρές ρίζες και περιστασιακά σε πεσμένα κλαδιά, έχει επίμονο βαμβακένιο λευκωπό δακτυλίδι με κιτρινωπό χνούδι στη περίμετρο της κάτω πλευρά του.

Follow Us

Σου αρέσει αυτή τη δημοσίευση; Μοιράσου το με φίλους!

Facebook
Pinterest
Twitter
Email
Click to rate this post!
[Total: 0 Average: 0]